20.8.09

ΟΔΟΣ: Δημιουργικός ανταγωνισμός

Με ένα αληθινά εξαίσιο χώρο, τον προαύλιο του αρχοντικού Σκούταρη στην νοτιανατολική παραλία της Καστοριάς, αλλά από την κανονική εσωτερική πρόσοψη (και όχι την πλευρά της παραλίμνιας αβγατής), με το υπέροχο αρχοντικό ως background να κοσμεί την παράσταση (αν και απόλυτα εγκαταλελειμμένο, παρ’ όλο που στεγάζει περιβόητη Εφορία), και ένα μικρό δένδρο να συμβάλλει ως σκηνικό πρόσχημα σε ένα έργο που ανήκει στον κόσμο της Commedia dell’ Arte, η θεατρική ομάδα του πολιτιστικού ομίλου «Σπασμένο Ρόδι» παρουσίασε την π. εβδομάδα το θεατρικό έργο, μάλλον πρόζα, σε πέντε πράξεις «Ο Μανδραγόρας» του Ιταλού Νικκολό Μακιαβέλλι (Niccolò di Bernardo dei Machiavelli 1469-1527).

Το έργο, θεατρική εκδοχή με σατυρικά στοιχεία του γνωστού αποφθέγματος «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» (που η έμπνευσή του ανήκει στον ιταλό φιλόσοφο, συγγραφέα, πολιτικό και νομικό επιστήμονα), ήταν προσαρμοσμένο από τις ιδιομορφίες και την διαφθορά της ιταλικής κοινωνίας την εποχή του Μακιαβέλλι, αποκλειστικά στην Καστοριά, και μάλιστα την παλιότερη Καστοριά.

Στην οποία ο δικηγόρος, ο δήθεν γιατρός, σπουδασμένος στην Αμερική, γιος του ευκατάστατου γουναρά, ο παρατρεχάμενος (κάτι σαν μπάτλερ ή μπόσης μιας άλλης εποχής), και ο ιερέας της ενορίας διατηρούσαν αυθεντικά την ισχύ της κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Από το υπόβαθρο αυτό δεν θα μπορούσαν φυσικά να απουσιάζει τουλάχιστον μια σύζυγος, τουλάχιστον μια μητέρα-πεθερά, αλλά και οι «αρλεκίνοι», για να μην ξεφεύγει η παράσταση εντελώς από την πηγή και να έχει (κυρίως) ένα εικαστικό αποτέλεσμα, μια και το κείμενο μόνο του δεν αρκούσε. Καθ’ ότι είναι κείμενο με καταγγελτικό χαρακτήρα περισσότερο, παρά θεατρικό ή κωμικό, και σχεδόν όλες οι κωμικές σκηνές φαίνεται να έχουν «πολιτικό» στόχο.

Όλα, η σκηνοθεσία, οι ερμηνείες, η ακρίβεια, η μουσική επένδυση, ο χώρος και οι υπέροχα ζεστές βραδιές του Ιουλίου συνηγορούσαν ώστε να αναδειχθεί ακόμη περισσότερο η μεγάλη, εργώδης και ομολογουμένως κοπιαστική προσπάθεια των συντελεστών της παράστασης. Η καταξιωμένη στον χώρο της σκηνοθέτις, η κ. Τάνια Κίτσου με τις τολμηρές προτάσεις και ιδέες της επί σκηνής, απέδειξε τους αρραγείς δεσμούς της με την ιδιαίτερη πατρίδα της, καθώς και ένα εύθραυστο συναισθηματισμό που προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από την πυγμή της τόλμης.

Ο κ. Γιάννης Ηλιάδης (δηλαδή ο δικηγόρος στον ρόλο), που απείχε τα τελευταία χρόνια από θεατρικά δρώμενα, επέστρεψε με ζήλο και ένταση, και με την χειμαρρώδη ερμηνεία του δεν άφησε ούτε μια ανάσα του ρόλου του να μην προσπαθεί να την αποδώσει καλλίτερα και πλουσιότερα, έστω κι’ αν χρειαζόταν να ταυτιστεί με την καρικατούρα του κερασφόρου δικηγόρου της παλιάς Καστοριάς, που προκειμένου να τεκνοποιήσει η σύζυγός του μπορούσε να αναγνώσει το κόστος ως κέρδος.

Με την έντασή του επέβαλε τους ίδιους ρυθμούς και στον κ. Ιωάννη Τσώτσο (στον ρόλο του Σύρου), σε μία ερμηνεία που ενίοτε ξεπερνούσε το μέτρο, αλλά στο τέλος ισορροπούσε απόλυτα με τον ρόλο του Λιγούριου και της Λουκριτίας, που με το έμφυτο ταλέντο του και την στόφα του αληθινού ηθοποιού να εναλλάσσεται μεταξύ πολλών εκδοχών (αρσενικών ή θηλυκών) του ίδιου εαυτού δηλώνοντας τον ερμαφροδιτισμό της αλήθειας.
Και τέλος, η κ. Ελένη Τσαδήλα (βασική ιδρύτρια της σύγχρονης θεατρικής κίνησης της Καστοριάς) να συγκρατεί τις όποιες υπερβολές, τόσο ως Καλλίμαχος, γιατρός, ψάλτης, όσο και ως αναγνώστης.

Η ένταση που προκαλούσε ο (επαγγελματικός σχεδόν) ανταγωνισμός των ερμηνειών μεταξύ των τριών πρωταγωνιστών (Ηλιάδης, Τσώτσος, Τσαδήλα), κυριαρχούσε καθ’ όλη την διάρκεια, μεταφέροντας την ίδια την ουσία της παράστασης (Δικηγόρος, Σύρος, Καλλίμαχος κλπ) σε δεύτερο πλάνο, στο παρασκήνιο, όπως ήταν ακριβώς και οι δύο αρλεκίνοι (Θ. Κοτοπούλου, Ε. Τράσια), οι οποίες με την αποστολή τους υποβολέα-σκηνικού βοηθού, επανέφεραν σε τακτά χρονικά διαστήματα την προσπάθεια να εκτυλιχθεί και πάλι στο προσκήνιο, λες και ξέφευγε κάθε φορά ο στόχος.

Στα σίγουρα όμως η παράσταση συνολικά κρίνεται θετική, και οι συντελεστές ομολογουμένως ταλαντούχοι. Η Καστοριά είχε την ευκαιρία να δει μία παράσταση διαφορετική που εμπνέει συζητήσεις και υποχρεώνει τον θεατή να προχωρήσει ένα βήμα: στην κριτική. Ενώ οι παράλληλες θεατρικές εκδηλώσεις από ομίλους που δόθηκαν στην Καστοριά το τελευταίο διάστημα, ενέπνευσαν και στους θεατές ένα είδος άμιλλας και συναγωνισμού από τον οποίο κερδισμένη βγαίνει η άστεγη Καστοριά.

Ο «Μανδραγόρας» αν και άρεσε στο κοινό και «παίδευσε» θεατρικά, δεν το ψυχαγώγησε όμως, όπως ασφαλώς θα στόχευε η ομάδα. Ίσως λόγω του ρυθμού των διαλόγων και των σκηνών που φάνηκαν υπερβολικοί για ένα κοινό που δεν είναι εξοικειωμένο με την Comedia dell’ Arte, ίσως λόγω της φόρτισης που προκαλούσε η θεατρική σύμπραξη τόσων εκρηκτικών παραγόντων και προσώπων επί σκηνής, ίσως λόγω της ταχύτητας αλλά και της έντασης, συχνά δινόταν η εντύπωση της καταιγίδας. Μπορεί μεν να την θαυμάζεις, με τις αστραπές και τις βροντές της, αλλά ασφαλώς δεν παραδίδεσαι στην γοητεία της.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ