18.10.07

ΟΔΟΣ: Κύκλωμα

Η ατιμωρησία και η μη εφαρμογή των νόμων, που η ίδια η πολιτεία έχει θεσπίσει, αφήνει τα κυκλώματα των αρχαιοκάπηλων και των εμπρηστών να δρουν ανενόχλητα, καταστρέφοντας ό,τι πιο ιερό μας έχουν κληροδοτήσει οι πρόγονοί μας: τον πολιτισμό μας. Ας αφυπνιστούν οι συνειδήσεις όλων μας, διότι διαφορετικά το έγκλημα και η υποκρισία στην πόλη αυτή θα συνεχίζεται.

Απόσπασμα σχετικής ανακοίνωσης του πολιτιστικού συλλόγου
"Αθ. Χριστόπουλος"



Σήμερα, 18 Οκτωβρίου 2007, αναμένεται να δικαστεί (αν δεν αναβληθεί) στο εφετείο Δυτικής Μακεδονίας στην Κοζάνη, ο δράστης στο οποίο αποδίδεται η σοβαρή κατηγορία για την πράξη της κλοπής των τοιχογραφιών του αρχοντικού Σομαλιά (το οποίο πέρασε στην κυριότητα οικογενειών Γκουγκουλίτσα και Γιώρα). Πρόκειται για κάτοικο Θεσσαλονίκης που δηλώνει "συντηρητής τέχνης", ή κάτι αντίστοιχο, το οποίο στην Ελλάδα κάποιες φορές επιτρέπει διάφορους συνειρμούς και παρερμηνείες.

Η υπόθεση με την δραματική κατάληξη ξεκίνησε με τις καλλίτερες προοπτικές, δηλαδή με την αποκάλυψη στην δημοσιότητα για πρώτη φορά, από την ΟΔΟ, στο 204 φύλλο της 13ης Φεβρουαρίου 2003, της ύπαρξης των τοιχογραφιών που αργότερα κλάπηκαν. Δεν χρειαζόταν να είναι κάποιος εκτιμητής τέχνης για να αντιληφθεί αμέσως, την ιδιαίτερη καλλιτεχνική και ιστορική σημασία τους για την πόλη της Καστοριάς αλλά και την σημαντική οικονομική τους αξία. Ειδικά για αυτήν, οι δικαστικές αρχές με βάση τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις ειδικών την προσδιόρισαν σε 200.000 ευρώ.

Ό, η πραγματική εμπορική αξία τους ίσως υπερέβαινε ακόμη και το 1.000.000 ευρώ, γεγονός στο οποίο καθώς φαίνεται, οφείλονται αποκλειστικά οι μοιραίες εξελίξεις. Τόσο για τις τοιχογραφίες όσο και για το ίδιο το περίφημο αρχοντικό που ήταν ιδιαίτερα παλιό. Σε σύγκριση με τον συνηθισμένο τύπο παραδοσιακών σπιτιών του 19ου αιώνα της Καστοριάς ανήκε σε ακόμη παλιότερη αρχιτεκτονική τεχνοτροπία. Με χαρακτηριστικά μνημειακών αντιλήψεων που συνέδεαν ιστορικά την Καστοριά έως την τελευταία περίοδο πριν την κατάληψή της από τους Οθωμανούς. Και πρόδιδε την κοινωνική ευμάρεια της περιόδου που κτίστηκε η κατοικία, αιώνες πριν.


Η ΟΔΟΣ αποκάλυψε την παρουσία αυτών των τοιχογραφιών, όχι μόνο επειδή από μόνες τους ήταν θαυμάσια έργα τέχνης, αλλά και διότι το αρχοντικό βρισκόταν σε άθλια κατάσταση. Υπήρχε κίνδυνος κατάρρευσής του, και επομένως ορατός κίνδυνος καταστροφής και του ζωγραφικού διάκοσμου. Επιπλέον, οι τοιχογραφίες ήταν σπάνιες, επειδή εκτός των άλλων αποδείκνυαν τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της Καστοριάς (το αρχοντικό ανήκε σε εβραϊκή οικογένεια), αλλά και τις αστικές νοοτροπίες της εποχής, δεδομένου ότι πολλές από τις σκηνές των τοιχογραφιών ήταν εμπνευσμένες από την βιομηχανική έκρηξη.

Σκοπός των αφιερωμάτων της εφημερίδας ήταν να αναδειχτεί το πολιτιστικό υπόβαθρο της παλιάς Καστοριάς, το οποίο στην περίπτωση αυτή αποδεικνυόταν αισθητά διαφοροποιημένο από το γνωστό στερεότυπο των "αντεριών και των τζουμπέδων" της βυζαντινής "αρχόντισσας". Οι τοιχογραφίες αποτελούσαν ένδειξη ότι υπήρχαν πάντοτε Καστοριανοί με ενδιαφέρον για τις καλές, εικαστικές τέχνες και για το παγκόσμιο περιβάλλον και όχι απλά πετυχημένοι γουναράδες.

Επιπλέον τα αφιερώματα φιλοδοξούσαν να ενεργοποιήσουν την τότε δημοτική αρχή αλλά και τις συναρμόδιες υπηρεσίες, ώστε να αποφευχθεί η κατάρρευση του κτίσματος και να αποδοθούν στο κράτος, ή στον Δήμο Καστοριάς, οι εξαίσιες αυτές τοιχογραφίες ως αρχαιότητες. Το σπίτι είχε στο υπέρθυρο επιγραφή που το χρονολογούσε στα 1780, και επομένως οι επιτοιχισμένες ζωγραφιές, με βάση την νομοθεσία για τις αρχαιότητες, δεν μπορούσαν να θεωρηθούν εύκολα νεώτερο μνημείο.

Άλλωστε, στο δίκαιο αίτημα για την απόδοσή τους στον Δήμο Καστοριάς κανείς δεν μπορούσε να επικαλεστεί πειστικά συναισθηματικές ή άλλες αξιώσεις για να αποκλείσει την προστασία τους και την έκθεσή τους στο κοινό.
Τόσο επειδή το σπίτι αποκτήθηκε μόλις τις τελευταίες δεκαετίες από τους ιδιοκτήτες του και δεν κατοικούνταν απ' αυτούς, όσο διότι το σπίτι ήταν πρόδηλα εγκαταλελειμμένο. Απέμενε απλώς να καταρρεύσει σε μια νεροποντή και να συμπαρασύρει στην καταστροφή και τις ζωγραφιές.

Παρά το γεγονός ότι η τότε δημοτική αρχή έδειξε κατ' αρχήν κάποιο ζήλο, έχοντας ήδη λάβει ορισμένες υποτυπώδεις υποστηρικτικής φύσης πρωτοβουλίες για να μην καταρρεύσει το κτίσμα, ωστόσο οι αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν απ' αυτούς που "θυμήθηκαν" ότι είχαν δικαιώματα, προκάλεσε τελικά σύγχυση. Και όσα εμπόδια ήταν απαραίτητα, ώστε λίγους μήνες μετά το δημοσίευμα, μεσούντος του καλοκαιριού, να εγκατασταθεί επί ημέρες -σύμφωνα με μαρτυρίες ο δράστης, με συνεργείο και εξοπλισμό, -άγνωστο από πού ηλεκτροδοτούσε τις εργασίες- στο φως της ημέρας, μπροστά στα μάτια όλων, δουλεύοντας μεθοδικά με τα εργαλεία των ειδικών, και κατορθώνοντας στο τέλος να ξεσηκώσει τις τοιχογραφίες και να γίνει καπνός, αφήνοντας πίσω του γυμνούς τοίχους.

Εξαφάνισε τις τοιχογραφίες για πολλούς μήνες, ώσπου και πάλι από την ΟΔΟ (φύλλο 248 /26-1-04), να αποκαλυφθεί στην δημοσιότητα η "κλοπή" τους, και να ξεσπάσει ένας καταιγισμός αντιφάσεων, ανακολουθιών, παλινωδιών των εμπλεκόμενων προσώπων και των υπηρεσιών, ιδίως αυτών που ήταν επιφορτισμένες με την προάσπιση των δημόσιων αρχαιολογικών συμφερόντων. Όλα αυτά ενίσχυσαν τις υπόνοιες ότι η "κλοπή" δεν και τόσον ανοργάνωτη, αλλά ίσως να ήταν μια καλά στημένη "δουλειά", με σαφές χρονοδιάγραμμα, το οποίο στο τέλος του, είχε σχεδιασμένο τον εμπρησμό του σπιτιού για να χαθούν τα ίχνη.

'Ολα αυτά ενίσχυσαν τις υπόνοιες πως, το κύκλωμα καπηλείας του ιστορικού παρελθόντος και των αρχαιοκαπήλων της Καστοριάς, που λέγεται ότι αποτελείται από πρόσωπα υπεράνω κάθε υποψίας τα οποία λυμαίνονται την πόλη και τους πόρους της, είχαν στήσει μια επιχείρηση εμπορικής αξίας 1.000.000 ευρώ, σκοπεύοντας να εμπορευτούν λαθραία τα "κλοπιμαία".

Η τότε δημοτική αρχή του κ. Δ. Παπουλίδη, έδειξε ευαισθησία και σχετική ετοιμότητα. Η Καστοριά μάλιστα βρέθηκε στο επίκεντρο των ΜΜΕ και των μεγάλων εφημερίδων σε πανελλήνια εμβέλεια με ρεπορτάζ γεμάτα υπαινιγμούς. Όμως, στο τέλος δεν αποτράπηκε η απόδοση των (όσων και ποιών άραγε;) τοιχογραφιών, υποτίθεται ότι γλύτωσαν από την αρχαιοκαπηλία με την γκρίζα λύση της μεσεγγύησης.

Σήμερα, δυστυχώς, ο Δήμος Καστοριάς με την νέα του διοίκηση του, δεν δείχνει πια κανένα απολύτως ενδιαφέρον για την τύχη της πολιτιστικής κληρονομιάς του και την διεκδίκησή της. Τα τμήματα που διασώθηκαν, φημολογείται ότι φυλάσσονται από πρόσωπο που ήταν θερμός προεκλογικός υποστηρικτής του συνδυασμού κ. δημάρχου Καστοριάς. Με αποτέλεσμα να γεννιούνται βάσιμες υποψίες ότι η σημερινή δημοτική αρχή του κ. Ι. Τσαμίση δεν θα αποφασίσει να δυσαρεστήσει τα ερείσματά της στην εκλογική της βάση και στην κομματική απειθαρχία.

Η συνέχεια σε όλα αυτά αποδείχθηκε ακόμη πιο οδυνηρή, αφού ελάχιστους μήνες μετά την κλοπή, το αρχοντικό παραδόθηκε στην πυρά (ΟΔΟΣ φύλλο 296 / 24-2-05) από τα χέρια των αδίστακτων τυχαίων εμπρηστών με αποτέλεσμα αδειάσει το οικόπεδο από μια παρουσία που ίσως φάνταζε ενοχλητική.

ΥΓ. Δεν είναι γνωστή ακριβώς από τώρα η δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης, για την οποία εκφράζονται επιφυλάξεις σε σχέση με τις δυνατότητες διελεύκανσής της. Ορισμένοι μάλιστα υποθέτουν ότι το ρητό "ούτε γάτα, ούτε ζημιά" επινοήθηκε ακριβώς για κάτι τέτοιες καταστάσεις που ισοδυναμούν με κηλίδα στην τοπική ιστορία.


Σχετικά κείμενα:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ